μυγδαλωτό

μυγδαλωτό
το
γλύκισμα φτιαγμένο με μύγδαλα, αλεύρι και ζάχαρη ή μέλι.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μυγδαλωτός — ή, ό 1. αυτός που είναι κατασκευασμένος από μύγδαλο: Μυγδαλωτό γλυκό. 2. αυτός που έχει το σχήμα του μύγδαλου: Μυγδαλωτά μάτια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”